- γκέκο
- (gecko).Κοινή ονομασία ειδών σαύρας, που ανήκουν στην οικογένεια των γκεκονιδών. Οι γ. είναι χερσόβια ερπετά με κεφαλή, κορμό και επιμήκη ουρά. Η κοιλιά τους καλύπτεται από φολίδες, ενώ η ράχη παρουσιάζει κεράτινα φυμάτια, μεταξύ των οποίων εκτείνεται το γυμνό δέρμα. Τα τέσσερα πόδια τους έχουν πλατιά δάχτυλα και είναι εφοδιασμένα με συγκολλητικά όργανα, που επιτρέπουν στα ζώα να μετακινούνται ακόμα και στις πιο λείες επιφάνειες. Οι σαύρες αυτές κακώς θεωρούνται δηλητηριώδεις και επικίνδυνες· είναι αβλαβείς και συχνά χρήσιμες, γιατί τρέφονται σχεδόν αποκλειστικά με έντομα, που τα συλλαμβάνουν τη νύχτα, με τη μυώδη και πλατιά γλώσσα τους, της οποίας το άκρο εκτείνεται ελεύθερο σαν παγίδα. Με τη γλώσσα οι γ. παράγουν έναν ήχο, που σε μερικά είδη ανταποκρίνεται προς τη συλλαβή γκεκ· από αυτό προέκυψε η κοινή ονομασία τους.
Στις περιοχές γύρω από τη Μεσόγειο είναι κοινό το σαμιαμίδι των τοίχων, που ζει στις πέτρες και στους παλιούς τοίχους. Την ημέρα και κυρίως τις ζεστές ώρες, παραμένει ακίνητο ή κρυμμένο στις ρωγμές, ενώ τη νύχτα βγαίνει να κυνηγήσει μύγες, κουνούπια, πεταλούδες και αράχνες. Το σώμα του φτάνει σε μήκος τα 15 εκ. και έχει χρώμα γκρίζο ή ανοιχτό καστανό, ποικιλόχρωμο στις επάνω περιοχές και κιτρινωπό στις κατώτερες. Δύο δάχτυλα κάθε ποδιού διαθέτουν γαμψά νύχια. Το σαμιαμιδάκι,που οφείλει την επιστημονική του ονομασία στη φυλλοειδή μορφή των δαχτύλων του, είναι γ. μήκους μόλις 7 εκ. Διάφορα είδη του ίδιου γένους υπάρχουν στην Ασία, στην τροπική Αμερική και στην Αυστραλία.
Ο γυμνοδάκτυλος έχει δάχτυλα κυλινδρικά και λίγο μακρύτερα από το προηγούμενο είδος. Ζει στις νότιες περιοχές της ιταλικής χερσονήσου, στην Ελλάδα και σε μερικές ζώνες της βόρειας Αφρικής και της δυτικής Ασίας. Στη νότια Κίνα, στη Βεγγάλη και σε κεντρικές περιοχές της Ινδο-Μαλαισίας, είναι διαδεδομένο το κάι τουκαά,μήκους 35 εκ., που ζει στα δέντρα και στις πέτρες· τρέφεται με έντομα και με μικρά θηλαστικά. Ένα άλλο είδος με πλατιά ουρά ζει στη Μαδαγασκάρη: το σώμα του έχει μήκος 25-30 εκ. και το χρώμα του είναι όμοιο με αυτό του φλοιού των δέντρων, πάνω στα οποία ζει. Το ιπτάμενο γ. ζει στη νοτιοανατολική Ασία και στο ινδομαλαισιακό αρχιπέλαγος. Το σώμα του, μήκους περίπου 20 εκ., έχει σκοτεινό πορφυρό χρώμα με καστανόχρωμες και σκούρες λωρίδες. Ζει στα δέντρα και πηδά με ευχέρεια από το ένα κλαδί στο άλλο σαν να πετά, αναπτύσσοντας τη δερματική πτύχωση που έχει στις πλευρές του. Στην Ελλάδα πολύ κοινό είναι το σαμιαμίδιμολυντήρι,μήκους 9-10 εκ., που εμφανίζεται στις αυλές και στους τοίχους κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
To πολυπληθέστερο γένος της οικογένειας των γκεκονιδών είναι ο ημιδάκτυλος. Η ονομασία τους οφείλεται στη σχισμή που εμφανίζουν στην εσωτερική επιφάνεια των δαχτύλων τους.
Dictionary of Greek. 2013.